Καλώς ήρθατε

Η προφητεία του ερχομού


Κουρδιστήρι πάνω σε σάπια πορτοκάλια, μεθυσμένη λιβελούλα φωσφορίζει κίτρινη γύρη, λιοντάρια χαραγμένα σε κορμιά αποδρούν σπάζοντας τον φράχτη του κινέζικου ποταμού και πλημμυρίζουν την κοιλάδα των κροκοδείλων του Νείλου. Αέανο κροτάλισμα της αναπνοής της σαύρας.

Έχουμε αφίξεις από τα βάθη των καιρών, ταξιδιάρικα φτερωτά άλογα και φιλοσοφίες κάτω από αμπέλια, που στάζουν κόκκινο κρασί. Σάτυροι χορεύουν ομόκεντρους κύκλους στα χωράφια με τα πόδια του δολοφόνου Διόνυσου μουσκεμένα από τα κοσμικά κύματα, βήμα-βήμα προς την χειμερινή σπηλιά, όπου μαζεμένοι σαν κορμιά ανθρώπων χωρίς παιδιά και με μάτια, λίμνες δάκρυα , πηγάδια σιωπής αγγίζουν το χώμα ποτισμένο με ρετσίνι από ανοιξιάτικες αναχωρήσεις.

Το όνειρο τιθασεύει το... χρόνο τετραγωνισμένο σε καθρέφτη και καμιά φορά εκεί, ανάμεσα στην δύναμη και τα παραμύθια, μέρα και νύχτα , υποψία εισβολής από την γκάικα και χτυπήματα ποδιών, μεγάλος χορός, τύμπανα, ουρλιαχτά , πόλεμος και ειρήνη, μια μπουκιά ψωμί και η μεγάλη πείνα του μυαλού και πάλι κάτω και πάνω και χτυπήματα χεριών, παλαμάκια, ιδρωμένα μάγουλα και φτάνει το τέλος πιο μακριά, ψίθυρος.

Ο σωτήρας των αδικημένων δεν υπάρχει.

Θα έρθουν σαν μέλισσες να ακουμπήσουν πάνω στο δρόμο για τον ουρανό, θα σκοτεινιάσει το μέρος της Γης με πάγο και κομμάτια ηπείρων θα κολλήσουν μονομιάς σε μια καινούργια πράσινη χώρα με ένα σκούρο μαύρο ωκεανό, αγκαλιά από αρχαία κούκλα, πολυκαιρισμένη με το ίδιο αγόρι να την κουβαλάει μέσα από την λύσσα και το μένος των αιώνων, με τα ίδια πάλι ρούχα κεντημένα στο χέρι να αντέξουν, λευκά σαν εκείνα τα μαργαριτάρια που έβγαλε ο μικρός Αϊτινός και πέθανε στα χέρια του εμπόρου από την Βηθλεέμ ή σαν εκείνα τα σύννεφα από την οροσειρά του Θιβέτ, με χέρια από βελούδινο χρώμα σοκολάτας με τον ήλιο πάνω από τον αριστερό του ώμο. Θα ανοίξουν τις κόκκινες γραφές να σε διαβάσουν και χίλιες λέξεις με μια εικόνα θα ανταλλαγεί.

Στις λέξεις δεν έχει χρώμα.

Ίδια σώματα με οξυγόνο και μεταλλικά μέλη σαν κάβουρες με σήματα κινδύνου, αναμμένες φωτιές σε παραλίες, στα υψώματα του Γκολάν, στην κρυστάλλινη πηγή του βάθρου του ναού της Ακρόπολης και στους μεγάλους μύθους των Αζτέκων, ίδιες πατημασιές στα ίδια μονοπάτια και ονόματα χαμαιλέοντα.

Το ταξίδι, σου λέω ξανά να ακούσεις, είναι χωρίς επιστροφή.

Θρήνος χωρίς τελειωμό, κυλάει πάνω στα βράχια και τα σμιλεύει αλεύρι μαύρο και ο ύπνος μεθυσμένος από κρασί ρουφάει τον δρομέα. Άγνωστες λέξεις, υφή μακρόσυρτου τοπίου. Χρόνος σκλάβος , μεριά του πλανήτη με εφτά ψυχές και είσοδο για τον κόσμο των νεκρών,πύλη του μυαλού ψεύτικη, αυταπάτη μια μικρής ουτοπίας πουλημένης ένα κρύο πρωινό, μέσα σε μια μικρή ομίχλη, στον αφέντη του Φάουστ, μόνο μια μελανιά από φτερό χήνας.

Πετάνε. Έρχεται εκείνος ο ατελείωτος χειμώνας.
από alienbox

0 μας είπαν την γνώμη τους, εσύ;:

Related Posts with Thumbnails