«Ό,τι θες από την εφορία, θα στο πω. Όταν είναι να έρχεται η ΥΠ.Ε.Ε. θα σε ενημερώνω», είπε άνθρωπος, που είναι πάντα «στα πράγματα», σε φίλο του, ιδιοκτήτη εστιατορίου σε νησί του Αιγαίου.
«Μην ανησυχείς. Ξέρουμε, πάντα, ποια μέρα έρχονται, και τι ώρα πάνε για έλεγχο σε ποια επιχείρηση!», ήταν η αφοπλιστική απάντηση του επιχειρηματία.
Ότι η φοροδιαφυγή οργιάζει στις... τουριστικές περιοχές είναι γνωστό. Το ότι έλεγχοι δεν γίνονται και –όταν γίνονται– έχουν πάντα... «προαναγγελθεί», είναι επίσης κοινός τόπος. Στο διάλογο, που μόλις διαβάσατε, ήμουν αυτήκοος μάρτυς. Πρόκειται για ένα περιστατικό που αποδεικνύει περίτρανα την παθογένεια του φοροελεγκτικού συστήματος. Το χειρότερο όλων, βέβαια, είναι ότι όλα αυτά συνέχισαν να συμβαίνουν και αυτό το καλοκαίρι, όταν τα δημόσια έσοδα κατρακυλούν μήνα με το μήνα και όταν όσοι θέλουν –ή δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς– να είναι ειλικρινείς, πληρώνουν ξανά φόρο στο κράτος, μέσω της έκτακτης εισφοράς!
Και, μπορεί από φέτος ο ειδικός γραμματέας της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, Πασχάλης Μπουχώρης, να έχει καθιερώσει νέου τύπου ελέγχους, που πραγματοποιούνται
• Από συνεργεία άλλων περιοχών, και
• Επαναλαμβανόμενα στους ίδιους παραβάτες/φοροφυγάδες,
όμως τα ποσοστά φοροδιαφυγής εξακολουθούν να «καλπάζουν». Το 64% της περασμένης εβδομάδας δεν είναι ευκαταφρόνητο.
Στην Υπηρεσία το αποδίδουν ακριβώς στην ένταση και τη νέα μορφή των ελέγχων. Φταίει, όμως, μόνο αυτό;
Ασφαλώς και όχι. Ας πάρουμε για παράδειγμα τη δημοφιλέστερη καλοκαιρινή μέθοδο, που είναι η μη έκδοση αποδείξεων. Υπάρχει μια σειρά λόγων, που συντηρούν αυτή την παραβατικότητα. Ποιοι είναι αυτοί;
Κατ΄ αρχήν, η απουσία φορολογικής συνείδησης, τόσο στους επιχειρηματίες, όσο και στους πελάτες τους.
Ο οποιοσδήποτε επιτήδειος επιχειρηματίας έχει συνηθίσει είτε να μην «κόβει» καμία απόδειξη, είτε να «κόβει» ούτε τις μισές από αυτές που υποχρεούται. Και δεν είναι μόνο αυτό. Επιπλέον, οι τελευταίοι έλεγχοι ανέδειξαν την πρακτική της προσκόμισης απόδειξης, που είχε κοπεί σε προηγούμενη παραγγελία, και απλά ο συγκεκριμένος πελάτης δεν πήρε μαζί του. Κι εδώ είναι ο δεύτερος κρίκος της αλυσίδας.
Οι καταναλωτές δεν έχουν συνηθίσει να ζητούν απόδειξη. Τις περισσότερες φορές, γιατί το θεωρούν «υποτιμητικό». Άλλες, γιατί πολύ απλά δεν γνωρίζουν ότι σε κάθε τους αγορά, πληρώνουν και ένα φόρο –το ΦΠΑ– ο οποίος αποδίδεται στο ελληνικό δημόσιο, μόνο όταν εκδοθεί απόδειξη. Αλλιώς, πηγαίνει στην τσέπη του επιχειρηματία.
Ακόμα, όμως, και όταν γίνονται έλεγχοι, διαπιστώνονται παραβάσεις και βεβαιώνονται πρόστιμα, οι φοροφυγάδες δείχνουν να μην ιδρώνει το αυτί τους. Ο λόγος;
Γιατί πολύ απλά γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται να τα πληρώσουν. 8 στις 10 περιπτώσεις ελέγχων – που διαπιστώνουν παραβάσεις – καταλήγουν στα φορολογικά δικαστήρια. Ο ελεγχόμενος προσφεύγει στη δικαιοσύνη για δύο λόγους:
• Γιατί –στην περίπτωση που έχει δίκιο– γνωρίζει ότι θα δικαιωθεί και
• Για να κερδίσει χρόνο, αν έχει όντως φοροδιαφύγει ή διαπράξει οποιαδήποτε παράβαση. Τα δικαστήρια χρειάζονται ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα για να εξετάσουν την υπόθεση, στη συνέχεια ο υπόχρεος θα καθυστερεί την πληρωμή, αυτή θα καταστεί ληξιπρόθεσμη και θα αποπληρωθεί – αν αυτό συμβεί ποτέ – μετά από την... καθιερωμένη ρύθμιση, στην οποία καταφεύγουν συχνά στο υπουργείο Οικονομικών.
Υπό αυτές τις συνθήκες, μόλις 1 στα 8 πρόστιμα, που βεβαιώνει η ΥΠ.Ε.Ε., πληρώνονται σε διάστημα 3 έως 5 ετών! Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός ότι οι «ράμπο» της Υπηρεσίας «ξεσκονίζουν» τις εφορίες όλης της χώρας για να διαπιστώσουν πιθανές «στενές σχέσεις» των παραβατών με τους εφοριακούς της περιοχής τους.
Επιπλέον, το ίδιο το κράτος επιτρέπει –με τον... τρόπο του– ένα μεγάλο αριθμό φορολογουμένων να φοροδιαφεύγουν, καθ’ όλα... «νόμιμα».
Τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών δείχνουν ότι δεν είναι λίγοι αυτοί, που όχι μόνο φοροδιαφεύγουν, αλλά δηλώνουν εισοδήματα χαμηλότερα ακόμα και από... συνταξιούχους! Τους ξέρετε, άλλωστε:
Αθλητές, ιδιοκτήτες μπαρ και εστιατορίων, εταιρείες catering, υδραυλικοί, ελαιοχρωματιστές, τεχνίτες δαπέδων. Επιπλέον, καλλιτέχνες σε κέντρα διασκέδασης, ηλεκτρολόγοι και ιδιοκτήτες ΤΑΞΙ δηλώνουν σχεδόν ίδια εισοδήματα με τους συνταξιούχους, ενώ κατά τι υψηλότερα δηλώνουν ηθοποιοί, ξενοδόχοι, τραγουδιστές και κατασκευαστές! Πόσα δηλώνουν κατά μέσο όρο οι συνταξιούχοι; 8.500 ευρώ!
Την ίδια ώρα, εισοδήματα κοντά στο μέσο εισόδημα των μισθωτών –δηλαδή 14.000 ευρώ –δηλώνουν δικηγόροι, μηχανικοί, οδοντίατροι, τραγουδιστές και διαφημιστές!
Πώς το κράτος τα επιτρέπει όλα αυτά; Εκτός από το γεγονός ότι γνωρίζει, αλλά κάνει τα «στραβά μάτια», έχει εδώ και δεκαετίες καθιερώσει τον –ελληνικής καινοτομίας– τιμοκατάλογο με τις ελάχιστες αμοιβές συγκεκριμένων επαγγελμάτων. Αρκεί να σκεφτείτε ότι οι αμοιβές τιμοκαταλόγου κυμαίνονται από μόλις 37 ευρώ (!) έως 1.635 ευρώ (ανάλογα με την υπόθεση και το βαθμό του δικαστηρίου). Φυσικά, αν έχετε χρειαστεί δικηγόρο, μπορείτε να καταλάβετε πόσο αυτές οι αμοιβές απέχουν από την πραγματικότητα. Όμως, πολλοί δικηγόροι δηλώνουν στην εφορία -καθ’ όλα νόμιμα- τις ελάχιστες αυτές αμοιβές και συνεχίζουν να εισπράττουν υψηλότερες.
Το ίδιο συμβαίνει και με τους ιδιοκτήτες ΤΑΞΙ. Και αυτοί βρίσκονται στη λίστα των φοροφυγάδων, αλλά το ίδιο το κράτος τους επιτρέπει να δηλώνουν εισοδήματα ίδια με συνταξιούχους, μέσω της τεκμαρτής, εξωλογιστικής φορολόγησης των εισοδημάτων τους.
Ποιο είναι το αποτέλεσμα όλων αυτών;
Η φοροδιαφυγή φτάνει στη χώρα μας στο 20% του ΑΕΠ, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος...δηλαδή στα 50 δισ. ευρώ!
Και η ζωή συνεχίζεται...
Του Νεκτάριου Β. Νώτη στο capital
Καλώς ήρθατε
0 μας είπαν την γνώμη τους, εσύ;:
Δημοσίευση σχολίου