Η εικόνα από τις κάμερες ασφαλείας δείχνουν τις φιγούρες των «καταδρομέων» με στρατιωτικού τύπου στολές, κουκούλες και σακίδια να καταλαμβάνουν το χώρο του ορυχείου. Ορισμένοι έχουν καραμπίνες. Άλλοι είναι εξοπλισμένοι με ραβδιά. Αρχίζει η καταστροφή: μολότοφ, σπασίματα, καμένα οχήματα και μηχανήματα. Αποσβολωμένος ένας φύλακας έχει παγώσει από το φόβο του. Κάποιος συνάδελφός του τον πιάνει από το χέρι και τον απομακρύνει σαν να ήταν παιδάκι. Η επίθεση κρατά 15 λεπτά. Οι «καταδρομείς» είναι μερικές δεκάδες. Στόχος το ορυχείο χρυσού στις Σκουριές Χαλκιδικής. Φεύγουν και αφήνουν πίσω τους συντρίμμια και φόβο.
Όταν ο φακός της φωτογραφικής μηχανής είχε συλλάβει το καταματωμένο από το ξύλο και κατατρομοκρατημένο από τη βίαιη επίθεση «αγανακτισμένων» πρόσωπο του... Κώστα Χατζιδάκη, εκεί μπροστά από τη Μεγάλη Βρετανία, κάποιοι προειδοποίησαν για το κακό που έρχεται. Οι περισσότεροι σάρκασαν μειδιώντας. Όταν οι πυροσβέστες αναγνώριζαν τα πτώματα στην καμένη Marfin κάποιοι αντιλαμβάνονταν πως αρχίζει το ανάποδο και ελλειπτικό σπιράλ της βίας, που σιγά σιγά θα εγκατασταθεί στον καναπέ του «νοικοκυραίου» ώστε βήμα-βήμα να εξελιχθεί σε «κοινοτοπία του κακού».
Όταν, δηλαδή, η βία γίνεται ανεκτή και αντιμετωπίζεται ως «καθημερινότητα». Ακολούθησαν τα γιαουρτώματα, οι δημόσιες προπηλακίσεις του κάθε αντίπαλου, οι δολοφονίες και τραυματισμοί μεταναστών από ακροδεξιούς, τα χαλάζι από μάρμαρα στα Κέντρο της Αθήνας, οι φωτιές, η καταστροφή. Η βία εμφανίστηκε στην τηλεόραση ως reality με τον Κασιδιάρη να σκαμπιλίζει τις συνομιλήτριές του για να γίνει και αυτή ανεκτή, τόσο ώστε να ανεβάσει τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής.
Άρχισαν στη συνέχεια οι «Πυρήνες». Άλλοτε με «κατσαρόλες», άλλοτε με ληστείες. Κάποια στιγμή έπεσε και ένας νεκρός στην Πάρο. Μετά φθάσαμε στο Βελβεντό και οι εικοσάρηδες της μεσαίας τάξης εμφανίστηκαν με καλασνίκοφ. Στο μεταξύ οι άλλοι πυρήνες, των νεοναζί, εγκαινίασαν τις επιδρομές σε σχολεία για να διώξουν μετανάστες, στους σταθμούς του Ηλεκτρικού για να μαχαιρώσουν αλλοδαπούς, στα νοσοκομεία για να εκδιώξουν τις ξένες νοσοκόμες. Η αστυνομία ακολούθησε. Επέδραμε με τη σειρά της στα στέκια των αναρχικών, ανακατέλαβε τα επί εικοσαετία, και βάλε, καταλυμένα κτίρια στο κέντρο-απόκεντρο της Αθήνας, ξυλοφόρτωσε δεκάδες χτυπώντας επί δικαίους και αδίκους, εφάρμοσε το δόγμα «Νόμος και Τάξις» του Νίκου Δένδια. Ο νοικοκυραίος κάθε βράδυ στο ψυχρό από έλλειψη θέρμανσης καθιστικό του, ρούφαγε την καθημερινή δόση εφαρμοσμένης βίας.
Οι λαοί δεν εξεγείρονται λόγω ανέχειας. Εξεγείρονται όταν διαψεύδονται οι προσδοκίες τους, γράφει ο Σλαβόι Ζίζεκ στον «Guardian». Έχει δίκιο. Η μνήμη είναι το ανάχωμα σε κάθε είδους φασισμό, λέει ο Μαρκ Μαζάουερ. Και αυτός έχει δίκιο. Η ελληνική κοινωνία είδε τις προσδοκίες της, σωστές ή όχι αδιάφορο, να διαψεύδονται. Η ελληνική κοινωνία, εκτός κάποιων ελαχίστων εξαιρέσεων που καταντούν να αποκαλούνται και γραφικές, αποδεικνύει καθημερινά πως υποφέρει από έλλειμμα μνήμης. Κάτι σαν «συλλογικό αλτσχάιμερ». Το κοκτέιλ είναι θανατηφόρο.
Το εάν ή όχι θα έπρεπε να προχωρήσει η εξόρυξη χρυσού στη Χαλκιδική αποτελεί κεφάλαιο κοινωνικού διαλόγου μεταξύ επιχειρηματιών, πολιτείας, τοπικών παραγόντων και επιστημόνων. Όταν το ζήτημα καταλήγει σε εφαρμοσμένες τεχνικές πολέμου εν είδη «καταδρομής», τότε το ζήτημα εξελίσσεται σε τερατώδες σπιράλ αυθαιρεσίας.
Ο πόλεμος μεταξύ Κροατίας και γιουγκοσλαβικού στρατού άρχισε όταν σε κάποιο θέρετρο τοποθετήθηκε μια βόμβα. Οι νεκροί λειτούργησαν ως άλλοθι. Τα καλασνίκοφ αναβαθμίστηκαν σε συλλογικό όργανο κάθαρσης. Λίγους μήνες μετά και αφού η τραγωδία του Βούκοβαρ ολοκληρώθηκε, κάποιο αυτόματο όπλο έβηξε σε ένα μουσουλμανικό γάμο στο Σαράγιεβο. Οι νεκροί λειτούργησαν σαν σύνθημα. Τα καλασνίκοφ αναβαθμίστηκαν σε τιμωρό. Η γιουγκοσλαβική τηλεόραση άρχισε εκείνο το βράδυ το πρόγραμμά της δείχνοντας τις τροχιές των τρένων. Το τρένο που συνέχιζε την πορεία του ήταν η Γιουγκοσλαβία. Έκαναν λάθος. Σε ένα εικοσιτετράωρο δεν υπήρχε ούτε τρένο ούτε και σιδηροτροχιές. Η βία εγκαταστάθηκε για τα καλά στον καναπέ του Γιουγκοσλάβου «νοικοκυραίου». Έγινε τρόπος ζωής. Ήταν μία «κοινοτοπία του κακού».
Τον Μάιο του 1991 σε ένα χωριό έξω από τη Λουμπλιάνα ένα τεθωρακισμένο του γιουγκοσλαβικού στρατού ακινητοποιείται από Σλοβένους πολίτες. Οι ερπύστριες αρπάζουν φωτιά και το πλήρωμα παραδίδεται. Τελευταίος εγκαταλείπει το άρμα ένα ψιλόλιγνο παιδί, ανθυπολοχαγός, σηκώνει τα καμένα χέρια του και κλαίει. Μιλά σε κάποια γλώσσα που οι Σλοβένοι είναι δύσκολο να καταλάβουν. Πάνω στο φόβο του ο ανθυπολοχαγός μιλά σλαβομακεδόνικα, που είναι η γλώσσα της μάνας του. Συλλαμβάνεται από το πλήθος που θριαμβολογεί. Ο πόλεμος άρχισε και επίσημα. Στο Διεθνές Κέντρο Τύπου του Βελιγραδίου επικρατεί άκρα του τάφου σιωπή. Σέρβοι, Κροάτες και Σλοβένοι, ορισμένοι και από τα Σκόπια, κλαίνε. Αυτοί ξέρουν ότι η «κοινοτοπία του κακού» εισέβαλε για τα καλά στην ψυχή τους.
Οι κάμερες ασφαλείας του ορυχείου στις Σκουριές καταγράφουν τις σκιές των επιδρομέων. Η οργάνωσή τους είναι άψογη. Ο καθένας ξέρει τι πρέπει να κάνει. Φλόγες ξεπηδούν από εκρήξεις μολότοφ. Ακούγονται και τουφεκιές για εκφοβισμό. Φορούν στολές παραλλαγής, σαν αυτές που ο καθένας βρίσκει στο Μοναστηράκι. Τις αγοράζουν οι κυνηγοί, συνήθως, για να κοροϊδέψουν τις αγριόπαπιες. Μόνο που μπροστά από το ορυχείο οι «καταδρομείς» έχουν να κάνουν με ανθρώπους, με εργαζόμενους, ενδεχομένως και με συντοπίτες τους.
Ο ΣΥΡΙΖΑ καταδίκασε την ενέργεια. Στην Κουμουνδούρου μιλούν για προβοκάτσια. Κάποιοι μίλησαν για «οικολογικό ακτιβισμό», αλλά δεν έπεισαν παρά μόνο τους εαυτούς τους. Ο Δένδιας πήρε το σοβαρό του και πήγε στη Χαλκιδική. Η ανεργία στα τέλη του 2013 θα χτυπήσει πλαφόν. Το ΚΕΠΕ κάνει λόγο για ένα 30%. Λένε οι επιστήμονες πως η ανεργία στους νέους έφθασε το 61%.
Ο Σλαβόι Ζίζεκ επικαλείται τον Μαρξ. Ισχυρίζεται πως η κρίση δεν είναι παγκόσμια αλλά... ευρωπαϊκή. Σίγουρα θα έχει δίκιο. Και λοιπόν; Ο Μαρκ Μαζάουερ επικαλείται τους Γερμανούς φιλοσόφους και ιστορικούς και εξηγεί πως η Χρυσή Αυγή είναι μία ιδιότυπη επανάληψη του εθνικοσοσιαλισμού. Έχει όλα τα δίκια με το μέρος του.
Ο «νοικοκυραίος», που δεν ασχολείται ούτε με τον Μαρξ ούτε με τον Χομπσμπάουμ, που αγνοεί τη Σχολή της Φρανκφούρτης και νυστάζει όταν παρακολουθεί το «Ταξίδι στα Κύθηρα» του Αγγελόπουλου, που δεν έχει διαβάσει ούτε ένα στίχο του Καβάφη, που δεν δίνει δεκάρα για την κοινωνική συνοχή ή την κοινωνική αλληλεγγύη, αυτός ο «νοικοκυραίος» παρακολουθεί με την απάθεια που επιβάλλουν οι μεγάλες δόσεις της «κοινοτοπίας του κακού» την αναπαράσταση της ληστείας στο Βελβεντό, τα κακοποιημένα πρόσωπα των συλληφθέντων, τις επιδρομές της αστυνομίας στα υπό κατάληψη σπίτια, τις έρευνες της αντιτρομοκρατικής αλλά και την ταινία τρόμου από τις Σκουριές. Γυρίζει πλευρό και πατά το κουμπί του zapping για να παρακολουθήσει το επόμενο ματς. Δεν γνωρίζει ο «νοικοκυραίος» πως εκείνη τη στιγμή έχασε το παιχνίδι από τα χέρια του και πως η ζωή του εφεξής θα κυλά σε ρυθμούς που δεν ελέγχει.
γράφει ο Νίκος Γεωργιάδης
από την athensvoice
0 μας είπαν την γνώμη τους, εσύ;:
Δημοσίευση σχολίου