Για να είμαι ειλικρινής στους αγρότες έχω μια συμπάθεια. Μια αλληλεγγύη κι ας μην είχα ποτέ, ως παιδί της πόλης, σχέση μαζί τους. Αλλά πάντα, κάθε φορά που ακούω τη λέξη αγρότης μου έρχονται στο μυαλό δυο χέρια ροζιασμένα, σκαμμένα μάγουλα από τον ήλιο και το κρύο, μάτια υγρά και ιδρώτας. Πολύς ιδρώτας για λίγα ψίχουλα. Ενός ανθρώπου που ζει με το άγχος μόνιμα, αν βρέξει, πόσο θα βρέξει, αν θα κάνει ξηρασία, χιόνι ή χαλάζι και πόσο όλα αυτά θα επηρεάσουν το σιτάρι που έχει σπείρει. Και μετά, που θα έρθει ο έμπορος να το πάρει, θα δώσει καλή τιμή ή θα έχει φορτώσει καραβιές από την Ουκρανία και θα έχει καταφέρει να το Ελληνοποιήσει και το δικό του θα το απαιτεί για μερικά λεπτά. Κόλαση. Και αυτό να μην είναι μια φορά, αλλά πολλές φορές, για πολλά χρόνια. Και παράλληλα να ακούει, να μαθαίνει, να βλέπει γύρω του, για κονόμες τρελές, που εκείνος δεν θα καταφέρει να αποκτήσει ποτέ όχι στη ζωή του, αλλά δέκα ζωές να ζούσε μαζί. Ε, έρχεται κάποια στιγμή που του αλλουνού του γυρίζει το μάτι και λέει: «Παιδιά ώς εδώ. Φτάνει πια»! «Σών΄», που λένε και στην Ήπειρο...
Εσύ ενίσχυση μην περιμένεις από κανέναν
Εσένα πάλι, που έχεις στο... μυαλό σου εικόνες αλλούτερες, με αγρότες με Μερτσέντες, εξοχικό, σπιταρόνα μες στον κάμπο, «μαρκάτο» ντύσιμο, σκυλάδικα στην Εθνική Καρδίτσας Λάρισας κ.λπ. σου γυρίζει το μάτι, γιατί υπάλληλος ων και με τους αγκώνες του πουλόβερ να τους έχει ασπρίσει το πηγαινέλα του χεριού πάνω στο γραφείο, να τα μετράς κάθε μέρα και να μη σου βγαίνουν με τίποτε, δεν μπορείς να καταλάβεις «τι θέλουν πάλι αυτοί, που όλο ενισχύσεις παίρνουν κάθε χρόνο». Εσύ ενίσχυση μην περιμένεις από κανέναν, γιατί η τελευταία φορά που έγινε θαύμα ήταν όταν σε ένα γλεντοκόπι στην Κανά της Γαλιλαίας κάτι κρασοκανάτες το στέγνωσαν το πάρτι κι αναγκάστηκε ο Χριστός, έπειτα από παράκληση της Μητρός Του, να κάνει το νερό κρασί για να μπορέσει να συνεχιστεί το γλέντι. Και μη διανοηθείς να κάνεις και απεργία, γιατί το ΄χασες το μεροκάματο. Και τώρα που έχουν σφίξει πολύ τα πράγματα και έχεις ανάγκη και το τελευταίο ευρώ, θα πρέπει να το σκεφτείς δέκα φορές πριν να πεις «μετέχω στην κινητοποίηση». Για το αυτοκίνητο να κόψεις κανένα δρόμο πάλι δεν στο συνιστώ, διότι θα σε μαζέψουν και σένα και το αυτοκίνητο. Άρα;
Στη χώρα της υπερβολής δύσκολα βρίσκεις άκρη
Συμπέρασμα δεν υπάρχει και μην το ψάχνεις, γιατί άσκοπα θα εξαντλήσεις αυτό που οι επιστήμονες ονομάζουν φαιά ουσία και μετά τα παιδιά θα σε φωνάζουν «ακατοίκητο» και θα σου κακοφαίνεται. Αν μπορεί να εξαχθεί μια γενική αρχή, είναι πως στη χώρα της υπερβολής δύσκολα βρίσκεις άκρη. Ναι, υπάρχουν αγρότες που έχουν και Μερτσέντες και σπίτια και εξοχικά και 1.500 στρέμματα στον κάμπο που τα φυτεύουν πεισματικά βαμβάκι- ενώ τους έχουν πει από χρόνια αλλάξτε, ρε παιδιά, καλλιέργειες, φυτέψτε κάτι άλλο, βαμβάκι δεν έχει ανάγκη η χώρα, αυτοί εκεί. Γιατί το κάνουν; Μόνο και μόνο για να πάρουν την επιδότηση κάθε χρόνο, που πολλές φορές είναι τριπλάσια ή και τετραπλάσια από την τιμή του προϊόντος. Ναι, τέτοιοι υπάρχουν και είναι αρκετοί. Αλλά οι πολλοί είναι εργάτες της γης. Άνθρωποι του μόχθου. Που τους βγαίνει η Παναγία κάθε μέρα, 365 μέρες τον χρόνο, για να καταφέρουν να επιζήσουν. Ε, να το κρύψω; Εγώ μ΄ αυτούς είμαι...
Εδώ που έχουμε φτάσει, επιστροφή δεν υπάρχει
Κι ο Γιώργος φαντάζομαι. Που δεν έχει λόγο να τους έχει απέναντι όλους αυτούς. Και ναι μεν έχει δίκιο ότι «λεφτά δεν υπάρχουν» για να τους δώσει, αλλά κάποιος θα πει, «εντάξει, Πρόεδρε, αλλά ήξερες σε τι χάλια ήταν η οικονομία, τι το ΄ταζες εκείνο το 1 δισ. ευρώ»;. Διότι η παροιμία, ολίγον διευρυμένη, είναι ξεκάθαρη: «Μην τάξεις του άγιου κερί, του παιδιού κουλούρι και του αγρότη επιδότηση». Δεν εκπλήρωσες την υπόσχεση; Την έκατσες τη βάρκα. Πάνω σε ξέρα φυσικά. Το βλέπεις το νερό που εισβάλλει με ορμή; Πάρε τα μέτρα σου, φόρα σωσίβιο, βάλε βατραχοπέδιλα και πήδα στη θάλασσα, να μη σε πάρει από κάτω. Βέβαια ο Γιώργος, που είναι και αθλητικός τύπος, δεν θέλει και πολύ, αλλά λέμε τώρα. Σε κάθε περίπτωση το ζήτημα είναι ένα: εδώ που έχουμε φτάσει, επιστροφή δεν υπάρχει. Για τους αγρότες και για όλους. Το «δεν υπάρχει σάλιο» του Λοβέρδου έρχεται να ανταμώσει με το προεκλογικό «αλλάζουμε ή βουλιάζουμε» και από κοινού με το μετεκλογικό «είμαστε στην Εντατική» στήνουν τρελό χορό και μας προσκαλούν να μετάσχουμε όλοι στη χαρά.
Έχει το θράσος να διεκδικεί δημόσιο λόγο
Να την αρνηθούμε την πρόσκληση δεν παίζει, απαγορεύεται. Δεν είναι ευγενικό, αλλά δεν είναι και εφικτό. Μόνος του θα χορεύει ο Γιώργος; Θα πιαστούμε λοιπόν ο ένας πίσω από τον άλλο και ο πρώτος, ο Γιώργος δηλαδή, έχει να διαλέξει κατά πού θα μας πάει,. Κατά Ζάλογγο μεριά ή προς τα πίσω. Ο καιρός θα δείξει. Και μέχρι να δείξει ο καιρός, δεν αντέχουμε στον πειρασμό να μη σχολιάσουμε την επανεμφάνιση του Αλογοσκούφη! Ο γίγαντας αυτός της οικονομικής σκέψης, ο άνθρωπος που θα καταγραφεί στην Ιστορία (άπαγε τη βλασφημίας, δηλαδή, αλλά τι να κάνεις, ο Αλογοσκούφης στην Ιστορία!) ως ο άνθρωπος που οδήγησε τη χώρα στην καταστροφή, με θράσος διεκδίκησε δημόσιο λόγο. Για να μας πει ότι δεν φταίει αυτός για τα χάλια μας, αλλά ο Σουφλιάς και οι άλλοι που δεν τον άφησαν να εφαρμόσει την πολιτική που είχε χαράξει! Κατάλαβες αναγνώστη μου, οδηγηθήκαμε εδώ που είμαστε λόγω της πολιτικής που μερικώς (κατά τα λεγόμενά του) εφάρμοσε. Φαντάσου να τον άφηνε, λέμε τώρα, ο Σουφλιάς να την εφάρμοζε στο σύνολό της, πού θα βρισκόμασταν σήμερα. Θα είχαμε συλληφθεί όλοι όμηροι! Και θα μας πουλούσαν δουλεμπορικά στην Αφρική...
του ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΡ.ΠΑΠΑΧΡΗΣΤΟΥ στα ΝΕΑ
Καλώς ήρθατε
0 μας είπαν την γνώμη τους, εσύ;:
Δημοσίευση σχολίου