Με κάλεσε ένας συνάδελφος καλλιτέχνης στο μνημόσυνο της γυναίκας του, που χάθηκε πολύ νέα.
Πήγαμε με την Τζένη και την μητέρα της, στην εκκλησία που θα γινόταν.
Συναντήσαμε κι άλλους συναδέλφους εκεί, κι άλλοι ήρθαν πιο ύστερα.
Ένα έχω να πω. Κατασυγχύστηκα από το παζάρι που είδα εκεί. "Οίκος εμπορίου" στην κυριολεξία.
Έχω πει πολλές φορές και θα το λέω μέχρι να πεθάνω. Στην εκκλησία (άσχετα πόσο πιστός δηλώνω κι αισθάνομαι) πάω για να ηρεμήσω, όχι να κολαστώ. Κολάζομαι κάθε στιγμή και μόνος μου, δεν χρειάζομαι βοήθεια.
Με το που μπήκαμε στην εκκλησία, δεξιά κι αριστερά κουστουμαρισμένοι επίτροποι στα κεριά, με ταμπελίτσες στο πέτο. Κεριά διαφόρων μεγεθών και αξίας, ένα καλοστημένο μαγαζί. Καθίσαμε στα στασίδια, και δεν άργησε ο πρώτος γύρος του δίσκου για συλλογή χρημάτων. Δεν είχαν δίσκους, είχαν καλάθια.. σοβαρά μιλάω. Πανέρια, που ο ένας το έδινε στον άλλο χέρι χέρι. Κάθε σειρά στασιδιών την είχε αναλάβει και ένας επίτροπος, που επαναλάμβανε συνεχώς "βοήθειά σας". Βοήθειά μου ποιο πράγμα;
Δεν πέρασαν δεκαπέντε λεπτά, να πάλι νέος γύρος "βοήθειάς μας".
Πήρα το πανέρι δίχως να ρίξω τίποτε μέσα κατασυγχισμένος, και το έδωσα στον διπλανό μου, με φανερή την αηδία στο πρόσωπό μου, κάτι που τον έκανε να με κοιτάξει εντελώς υποτιμητικά. Τον κοίταξα κι εγώ σαν να τον ρωτούσα "είπες τίποτε τσίφτη;" και μάλλον το 'πιασε, γιατί γύρισε αμέσως από την άλλη δίνοντας παρακάτω το πανέρι που κουδούνιζε. Τόσα χρόνια μόνο ζητάνε για να γεμίζουν τα παγκάρια και να κτίζονται μεγαλόπρεποι ναοί. Αυτό ζητάει ο θεός σας; τσιμεντένιους ναούς ντυμένους στο χρυσό;
Ξεχνάτε το "ναός του σώματος και της ψυχής;"
Η λειτουργία γινόταν και στα Ελληνικά, και στα Αγγλικά. Άλλη μια στο κούτελο, γιατί είμαι (ίσως από τους λίγους) που δεν μπορώ να αντέξω Ελληνορθόδοξη λειτουργία, σε Ελληνορθόδοξη εκκλησία, με Έλληνες (το τονίζω) πιστούς, να γίνεται στα Αγγλικά η σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα, με το δικαιολογητικό πως δεν καταλαβαίνουν οι νέοι το νόημα της λειτουργίας, και με τον τρόπο αυτό τους προσελκύουν στην εκκλησία. Του τέτοιου τα εννιάμερα δηλαδή. Να πάνε να μάθουν Ελληνικά, λες και στην Ελλάδα καταλαβαίνει κανείς καθαρεύουσα η αρχαία Ελληνικά την ώρα της λειτουργίας. Απλά εκκλησιάζεται.
Ο ψάλτης, που ήταν όντως πολύ καλός ομολογώ, έψαλλε τη μισή λειτουργία, γιατί την άλλη μισή την τραγούδαγε από επάνω από τον εξώστη, μια χορωδία που θύμιζε τουλάχιστον σε μένα κακοφωνία και τίποτε άλλο. Όχι ότι ήταν φάλτσοι, μα δεν υπήρχε ούτε για δείγμα ήχος βυζαντινός. Κλασσική μουσική, τίποτε παραπάνω. Σαν να πήγα στην όπερα ένα πράγμα.
Σηκώθηκα όλος νεύρα και βγήκα έξω για τσιγάρο.Εκεί είδα κάτι που με πόνεσε πολύ. Στις σκάλες της εκκλησίας, ήταν μια τσιγγάνα με το (περίπου 8 χρονών από όσο το υπολόγισα) αγοράκι της. Εκείνη ζητιάνευε, κι εκείνο έπαιζε ανέμελο κοντά της. Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι μόλις το είδα, μου θύμισε τον γιο μου, και ένοιωσα ένα σφίξιμο στην ψυχή μου.
Κάποιος την πλησίασε και της έδωσε ένα νόμισμα. Την πλησίασα κι εγώ, βγάζοντας ένα χαρτονόμισμα, που το άρπαξε με ταχύτητα επαγγελματία. Μου ζητούσε κι άλλα, και μάλιστα στα Ελληνικά. Ήρθε κοντά και το αγοράκι και με κοίταζε χαμογελώντας με τα αθώα παιδικά ματάκια του, μη έχοντας επίγνωση για το τι γίνεται. Αυτό, απλά να παίξει ήθελε.
Την κοίταξα με πίκρα και της είπα..
-Γιατί το κάνεις αυτό στο παιδί σου; Γιατί το παίρνεις μαζί σου; Γιατί το φέρνεις σε δύσκολη θέση; γιατί πας να το κάνεις να ντρέπεται μια μέρα;
-Δεν ντρέπεται, μου απάντησε.
-Αν έρθουν συμμαθητές του και το δουν δίπλα στην μάννα του που ζητιανεύει, δεν θα το ειρωνεύονται μετά στο σχολείο η στις παρέες τους λες; Δεν θα αισθανθεί άσχημα όταν καταλάβει τι κάνεις; Μικρό είναι ακόμη, μα μεγαλώνει γρήγορα, μια μέρα θα καταλάβει. Τι πιστεύεις ότι κάνεις; Το χρησιμοποιείς για να σε λυπούνται; η πας να του μάθεις την τέχνη πως ζητιανεύουν;
-Απλά χρειάζομαι χρήματα.
-Τότε μην το κάνεις αυτό στο παιδί σου, μην του μαθαίνεις να ζητιανεύει και μην το παίρνεις μαζί σου άλλη φορά, λυπήσου το πρώτα εσύ, κρίμα είναι.
Πήρε και το δεύτερο χαρτονόμισμα, και έφυγε. Ξαναγύρισε μετά από λίγη ώρα, δίχως το παιδί της.
-Είχες δίκιο, μου είπε, σε ευχαριστώ κι ας με έκανες και ντράπηκα.
Ένοιωσα κάπως ανακούφιση. Μακάρι να με άκουσε και να μην το ξανά κουβαλήσει μαζί της.
Μπήκα πάλι στην εκκλησία, και ήταν η ώρα που έλεγε ένας από τους τρεις ιερείς την παραβολή του ευαγγελίου της ημέρας. Ήταν η παραβολή του πλουσίου..
"..και αδερφοί μου, ο πλούσιος δεν μπήκε στον παράδεισο, γιατί δεν μοίρασε τα υπάρχοντά του στους φτωχούς.."
Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι. Ήθελα να σηκωθώ επάνω, και να του πω κάτι για τους δίσκους που κάνανε βόλτες λίγη ώρα πριν. Για τα χλιδάτα τους αυτοκίνητα σαν ιερείς, για τις επιχειρήσεις τους και τις κονόμες τους που κολάζουν και προκαλούν τους πιστούς. Για ένα μικρό αγοράκι έξω στις σκάλες του ναού τους, που δεν έχει να φάει ίσως, και που η μάννα του ζητιανεύει εκεί έξω, έχοντάς το μαζί της ποιος ξέρει πόσο καιρό τώρα.
Ήθελα πολλά να πω, μα δεν είπα τίποτε. Και ακόμη το έχω βάρος στην ψυχή μου.. γιατί να μην φωνάξω, γιατί να μην μιλήσω, γιατί να το βουλώσω και να τους αφήσω να λυμαίνονται την αθώα πίστη των ανθρώπων που τους θεωρούν πρότυπά τους; Που τους νομίζουν για άγιους και άξιους λειτουργούς;
Έτσι μου 'ρχεται, μια μέρα να καθίσω να γράψω δικό μου ευαγγέλιο, με δικές μου παραβολές, και η πιο σημαντική να είναι η παραβολή του ανάξιου ιερέα.
Στα υπόγεια του ναού, κι άλλο μαγαζί, με εικόνες (η εικόνα πουλάει βλέπεις και το γνωρίζουν πολύ καλά) και ότι άλλο "χριστιανικό" φανταστείς. Σούπερ μάρκετ μικρών διαστάσεων. Και στο τέλος, οι κυρίες της φιλοπτώχου, μαζέψανε τα εναπομείναντα φαγητά και γλυκά σε ταπεράκια, παίρνοντάς τα μαζί τους στο σπίτι τους.
Κανένας τους δεν νοιάστηκε να πάει λίγο φαγητό στο μικρό παιδάκι εκεί έξω και στην μητέρα που ζητιάνευε.
Μην μου μιλάτε λοιπόν για αγίους και εκκλησίες πια.
Δεν μπορώ την κοροϊδία, δεν μπορώ τον εμπαιγμό, δεν μπορώ την κατάντια, δεν μπορώ τους "διδασκάλους που διδάσκουν και λόγον δεν κρατούν".
Ποιος από αυτούς κουβαλάει σταυρό στην πλάτη του; Ποιος από αυτούς δεν σκέφτεται το χρήμα; Ποιος από αυτούς ζει βίο άγιο; Πώς τολμάνε και κοινωνάνε; Ποια η διαφορά τους από το τότε ιερατείο που δολοφόνησε τον Χριστό που διδάσκουν;
"Ίσως, στη δευτέρα παρουσία, ο Χριστός να μην μας ρωτήσει πόσες νηστείες ή πόσες μετάνοιες κάναμε. Σίγουρα όμως θα μας ρωτήσει, αν δώσαμε νερό σε διψασμένο, φαγητό σε πεινασμένο, φάρμακο σε άρρωστο, στέγη σε ορφανό και άστεγο".
Τα λόγια αυτά είναι του επισκόπου Διοκλείας, καθηγητή του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Κάλλιστου Γουέδερ.
Τελικά οι λιγότεροι χριστιανοί, είναι ακριβώς εκείνοι που διδάσκουν στους άλλους χριστιανοσύνες, και βγάλτε με αν μπορείτε ψεύτη..
από AATON
0 μας είπαν την γνώμη τους, εσύ;:
Δημοσίευση σχολίου