- Θα πεις μια ιστορία πριν κοιμηθώ;
- Εντάξει. Ποια θέλεις να πούμε;
- ‘εν ξέρω. Ό,τι θέλεις εσύ.
- Να πούμε τα τρία γουρουνάκια;
- Εχμ, όοοοοχι, είναι λίγο βαρετό.
- Το παραμύθι με τους δεινόσαυρους;
- Εχμ, όοοοοχι, το έχουμε πει πολύ φορές.
- Ε, τι ιστορία «ό,τι θέλεις εσύ» είναι αυτή;
- ….
- Καλά. Να φτιάξουμε μια ιστορία οι δυο μας;
- Ναι.
- Θα πούμε για το ανάποδο σπίτι.
- Τι είναι το ανάποδο σπίτι;
- Ήταν μια φορά κι ένα καιρό ένα σπίτι, όπου όλα όσα γινόντουσαν ανάποδα. Αυτοί που ζούσαν μέσα, τα έκαναν ανάποδα δηλαδή.
- (δυσπιστία)
- Φαντάσου: τρώγανε στα... υπνοδωμάτια και κοιμόντουσαν στην κουζίνα. Αντί για κούνια, μέσα στο νεροχύτη κοιμίζανε το μωρό τους. Όλα ανάποδα!
- (γελάκι)
- Βάζανε τα φώτα τους στους τοίχους και τις βιβλιοθήκες τους στο ταβάνι. Και πέφταν τα βιβλία από ψηλά στα κεφάλια τους και: Ωχ! Αχ! Μπουμ! Μπαμ!
- (γάργαρο γελάκι)
- Φορούσαν τα καπέλα τους στα πόδια, τα παπούτσια τους στα χέρια και τα γάντια τους στο κεφάλι!
- Τι! (more γελάκι)
- Όλα ανάποδα!
- Και τι άλλο έκαναν;
- Είχαν την πόρτα στο πάτωμα και τα παράθυρα στο ταβάνι. Για να βγουν από το σπίτι έπρεπε ή να σκάβουν ή να στήνουν σκάλες.
- (άφθονο πλέον το γελάκι)
- Καθόντουσαν στον πάγκο της κουζίνας, κοιμόντουσαν στις καρέκλες και φτιάχνανε σαλάτες στα κρεβάτια. Όλα ανάποδα!
- Μπαμπά, μπαμπά, και στο σχολείο πήγαιναν οι μεγάλοι και τα παιδιά πήγαιναν στις δουλειές τους. Όλα ανάποδα!
- Όλα ανάποδα, αγόρι μου. Και έδιναν στην γάτα τους μαρούλια και στη χελώνα τους σουτζουκάκια!
- Είχαν χελώνα;
- Γιατί όχι; Είχαν, και ήταν και μερακλού! Και ξέρεις τι άλλο κάνανε, βάζανε το αυτοκίνητό τους στο σαλόνι και τον καναπέ τον παρκάρανε δίπλα στο πεζοδρόμιο.
- Και, και, και, όταν έβρεχε κρατούσαν γαλότσες και φορούσαν ομπρέλες!
- Χα χα, σωστά, έτσι έκαναν. Και το κομπιούτερ ήταν μέσα στο ψυγείο και το βούτυρο πάνω στο γραφείο – με το ποντίκι στο πλάι μάλιστα!
- (με μια φωνή) Όλα ανάποδα! (τρελό γέλιο)
Κι εκεί λοιπόν που έχεις αρχίσει κι εσύ να ρίχνεις ανάποδα σκηνικά στη συζήτηση, κυλιόμαστε κάτω από τα γέλια και η μαμά μπαίνει στο δωμάτιο και μας κοιτά παραξενεμένη και χαμογελαστή.
Γιατί ήταν, λέει, μια φορά κι ένα καιρό ένα σπίτι, όπου όλα όσα γινόντουσαν ανάποδα. Πήγαινες για ύπνο και βρισκόσουνα να κυλιέσαι στο πάτωμα από τα γέλια. Και η άλλη μέρα ήταν πάντοτε Παρασκευή και δεν σε πείραζε τίποτα – γιατί, να ξέρεις, όταν είναι Παρασκευή, όλα θα βρεθεί τρόπος να διορθωθούν. Ακόμα και τα ανάποδα της ζωής σου.
Όλα αντιμετωπίζονται όταν έρχεται μια (ανοιξιάτικη) Παρασκευή - αρκεί να φτιάξει κάποιος μια ιστορία για σένα. Ανάποδα.
από μπαμπάκης
Καλώς ήρθατε
1 μας είπαν την γνώμη τους, εσύ;:
τι ωραιο.. σας ευχαριστώ
Δημοσίευση σχολίου