Μετά την καταστροφική μανία των «κουκουλοφόρων» στο κέντρο της Αθήνας και σε άλλες μεγάλες πόλεις, όπως η Θεσσαλονίκη, η Πάτρα και το Ηράκλειο, μια σκέψη τριγύριζε πιεστικά στο μυαλό μου. Αν ήμουν καλός σκιτσογράφος θα την απέδιδα σε εικόνα περίπου ως εξής: Πολλά ανθρωπάκια –πολιτικοί, καθηγητές, καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι, επιχειρηματίες, συνδικαλιστές, ιερείς και άλλοι– δείχνουν ο ένας τον άλλον και βροντοφωνάζουν «εσύ φταις»! Σε μια άκρη του πίνακα θα έστηνα άλλο ένα ανθρωπάκι μπροστά σ’ ένα θαμπό καθρέφτη (που θα μπορούσε να είναι ο συγγραφέας αυτής της στήλης ή ένας από τα εκατομμύρια συμπατριώτες μας), το οποίο δείχνοντας το είδωλό του θα ρωτούσε «μήπως εσύ φταις;».
Η διεθνής προβολή των μεγάλων καταστροφών που προκλήθηκαν, με αφορμή τον άδικο χαμό του δεκαπεντάχρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου, θα μειώσει τον εισερχόμενο τουρισμό στη χώρα μας και... τις ξένες επενδύσεις και, γενικότερα, θα πλήξει την ελληνική οικονομία σε μια περίοδο κλιμακούμενης παγκόσμιας κρίσης. Διάβασα, μετά τα γεγονότα, δεκάδες άρθρα στον διεθνή τύπο που αναφέρονταν στην Ελλάδα ως μια «εύθραυστη» ή «αποτυχημένη» δημοκρατία, η οποία πάσχει από ακυβερνησία, κινδυνεύει να εκδιωχθεί από τη Ζώνη του Ευρώ, και διανύει μια προεπαναστατική περίοδο. Οι περισσότεροι ξένοι σχολιαστές προβλέπουν ότι τα βίαια περιστατικά που συγκλόνισαν τη χώρα μας θα συνεχιστούν μετά μια ολιγοήμερη ανάπαυλα στις μέρες των εορτών.
Στα δικά μας μέσα ενημέρωσης, ομοβροντία περισπούδαστων άρθρων και τηλεοπτικών συζητήσεων αφιερώθηκαν στην αναζήτηση των άμεσων και βαθύτερων αιτιών του βανδαλιστικού ξεσπάσματος. Απαντώντας σε ξένο συνάδελφο, που επικοινώνησε ηλεκτρονικά μαζί μας για να μάθει αν η γυναίκα μου και ’γω κινδυνεύσαμε από τη μεγάλη αναστάτωση, τον καθησύχασα περί την υγεία μας και πρόσθεσα περίπου τα εξής για τα θλιβερά συμβάντα: «Οι καταστροφές έγιναν στο κέντρο της πόλης σε σχετικά μικρή απόσταση από πανεπιστημιακά κτίρια που “προστατεύονται” από έναν πρωτόγονο νόμο περί πανεπιστημιακού “ασύλου”. Τα κτίρια αυτά “καταλαμβάνονται” εδώ και δεκαετίες (ασχέτως του κόμματος που βρίσκεται στην εξουσία) από εξωπανεπιστημιακά στοιχεία που τα χρησιμοποιούν εκ του ασφαλούς ως ορμητήρια των καταστροφικών τους εξορμήσεων. Οι πρυτανικές αρχές πάγια αρνούνται να αναλάβουν την ευθύνη της άρσης του άβατου, παρά το γεγονός ότι σημαντικές κτιριακές εγκαταστάσεις φθείρονται βάναυσα από τους εκάστοτε καταληψίες. Οι λεγόμενοι κουκουλοφόροι (αναρχικοί, αντιεξουσιαστές) συστηματικά παρεισφρέουν σε νόμιμες και προγραμματισμένες πορείες/συγκεντρώσεις και επιδίδονται στο καταστροφικό τους έργο, χρησιμοποιώντας τα πλήθη των διαδηλωτών ως ασπίδες προστασίας (άσυλο, νούμερο 2) εναντίον της αστυνομίας. Στην τρέχουσα κρίση τα πολιτικά κόμματα (και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις) συνέχισαν να παίζουν το παιχνίδι των αλληλοκατηγοριών περί ευθύνης/ανευθυνότητας, συνεχίζοντας αλόγιστα τις προγραμματισμένες πορείες τους χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι οι ολέθριες πράξεις των κουκουλοφόρων διευκολύνονται από το πλήθος των καλοπροαίρετων διαδηλωτών. Γενική μου πρόβλεψη, πάντως, είναι ότι η δημοκρατία στην Ελλάδα, παρά τις ποιοτικές της ελλείψεις, δεν κινδυνεύει και η χώρα μας θα παραμείνει αναπόσπαστο τμήμα του σκληρού πυρήνα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος».
Βεβαίως, υπάρχουν και βαθύτερα αίτια που εξηγούν την οξύτητα των αντιδράσεων της γενιάς των «επτακοσίων ευρώ». Η κρίση εμπιστοσύνης σε κορυφαίους θεσμούς όπως το Κοινοβούλιο, τα κόμματα, η Παιδεία, η Εκκλησία, η Δικαιοσύνη και η αστυνομία, έχει οδηγήσει στο απλουστευτικό σύνθημα «όλοι είναι ίδιοι». Η αλυσίδα των σκανδάλων, με πιο πρόσφατο αυτό του Βατοπεδίου, ενισχύει τις υποψίες περί χρηματισμού και ατιμωρησίας των πολιτικών. Η μη πραγματοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων στην Παιδεία, τη δημόσια υγεία, τη σχέση κράτους - Εκκλησίας, τη Δικαιοσύνη και την αστυνομία εδραιώνουν την πεποίθηση πως οι μονοκομματικές κυβερνήσεις δεν τολμούν να νομοθετήσουν (και ιδίως να προχωρήσουν στην εφαρμογή των νόμων) για τον φόβο του περίφημου «πολιτικού κόστους». Η νέα γενιά αισθάνεται προδομένη από τους μεγαλύτερους, απαιτεί αναγνώριση, δουλειά με ανθρώπινη αμοιβή και οράματα που την προσανατολίζουν για ένα καλύτερο μέλλον. Τα μέσα ενημέρωσης (που μετά το 1985 ξέφυγαν από την αναχρονιστική μονοφωνία) πέρασαν από μια σύντομη περίοδο γνήσιας πολυφωνίας, αλλά σύντομα κατέληξαν στη σημερινή έξαλλη και ανταγωνιστική κακοφωνία (ιδίως στην ιδιωτική τηλεόραση με τα αφόρητα μονοθεματικά δελτία ειδήσεών της).
Τι πρέπει να γίνει για να ξεφύγουμε από την τρέχουσα κακοδαιμονία μας; Οι ηγεσίες των δύο μεγάλων κομμάτων που εναλλάσσονται στην εξουσία από το 1974 (εξαιρώντας τις ανεπαρκέστατες συμμαχικές κυβερνήσεις Τζαννετάκη και Ζολώτα, το 1989–90) πρέπει από κοινού να πάρουν την ευθύνη των κρίσιμων χειρισμών της επόμενης διετίας για τη διάσωση της οικονομίας μας από την καταθλιπτική κατάσταση της παγκόσμιας αγοράς. Οι προτάσεις που ακούγονται για την ανάθεση των τομέων της οικονομίας, της δημόσιας τάξης και της παιδείας σε πρόσωπα κοινής αποδοχής (από τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ) θα ήταν μια πρώτη και ορθολογική επιλογή για να μοιραστεί ισόποσα το πολιτικό κόστος και να πιστωθεί επίσης ισόποσα το πολιτικό όφελος.
Τα μεγάλα κόμματα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι κινούμεθα προς το τέλος του δικομματισμού και προς ένα σύστημα εναλλαγής πολυκομματικών συνασπισμών κεντροαριστεράς και κεντροδεξιάς στην εξουσία. Αλλά, για να προχωρήσουμε ομαλά, είναι ανάγκη να ξεφύγουμε από τα σύνδρομα της «εθνοσωτηρίας» και της «επανάστασης» (που συνεπάγονται τη χρήση βίας και την κατάργηση της δημοκρατίας). Ολα τα κόμματα πρέπει να προσαρμοστούν στα χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης δημοκρατίας, ανεπτυγμένης οικονομίας και συμφιλιωμένης κοινωνίας. Αμεσα και απερίφραστα πρέπει όλα τα κόμματα να καταδικάσουν τη χρήση άναρχης βίας που αμαυρώνει παγκοσμίως την εικόνα της χώρας μας.
Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ πρέπει να κρατήσουν το κέντρο του πολιτικού τους βάρους στον κόσμο και στα συμφέροντα της μεσαίας τάξης (των ευκαιριακά μετακινούμενων –αναποφάσιστων– ψηφοφόρων που θα συνεχίσουν να αναδεικνύουν το πρώτο σε ψήφους κόμμα στο προβλεπόμενο μέλλον).
Ο καιρός έφθασε για το ΚΚΕ να αντικαταστήσει την προτομή του Λένιν με αυτήν του Μαρξ. Το σύνθημα «πέντε κόμματα δύο πολιτικές» ακούγεται άκακο και χαριτωμένο, αλλά δυστυχώς εμπεριέχει τον σπόρο της πόλωσης και του διχασμού. Ο αγώνας για μια Ευρώπη που σέβεται τα δικαιώματα της εργατικής τάξης δίνεται καλύτερα μέσα στην Ενωση και όχι έξω από αυτήν ή στο περιθώριό της.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αξίζει να απεμπλακεί από τη λαϊκιστική υστερία και τον ευκαιριακό επαναστατισμό. Η πιο μεγάλη του συνιστώσα (Συνασπισμός) πρέπει να αντιληφθεί ότι οι ιδέες και τα πρόσωπά του μπορούν να αποδώσουν ακόμη καλύτερα στον ρόλο της δεξιάς πτέρυγας ενός αναμορφωμένου ΚΚΕ ή της αριστερότερης πτέρυγας ενός κεντροαριστερού ΠΑΣΟΚ.
Το κόμμα του ΛΑΟΣ είναι χρήσιμο ως κίνημα διαμαρτυρίας, αλλά ίσως θα πρέπει να αναλογιστεί ότι τα προσωποκεντρικά σχήματα δεν είναι μακράς διάρκειας και ότι (όπως και στην περίπτωση του Συνασπισμού) θα μπορούσε να προσφέρει καλύτερα ως μια δεξιότερη πτέρυγα της κεντροδεξιάς Νέας Δημοκρατίας.
Τέλος, υπάρχει ανάγκη περαιτέρω τόνωσης ενός πράσινου, φιλοπεριβαλλοντικού κόμματος –στα πρότυπα των ευρωπαϊκών αντιστοίχων κομμάτων– που μέσα στο Κοινοβούλιο με ποσοστά γύρω στο 5% θα μπορούσε να συμμετάσχει άνετα σε κεντροδεξιές ή κεντροαριστερές κυβερνητικές συμμαχίες, λειτουργώντας ως η οικολογική τους συνείδηση.
Προετοιμάζοντας το μέλλον, πρέπει όλοι μαζί να εξασφαλίσουμε για τους νέους μας μια Ελλάδα της γνώσης, της συμμετοχής, της αξιοκρατίας, της δημιουργικής εργασίας και των πολλαπλών ευκαιριών. Πάνω απ’ όλα, η κάθε γενιά χρειάζεται μια μεγάλη πρόκληση, μια σύγχρονη μεγάλη ιδέα. Και τι απαιτητικότερο από την προσπάθεια να παραμείνουμε σε ένα καλό βαγόνι του τρένου της Ευρωζώνης.Tου Θεοδωρου Κουλουμπη στην Καθημερινή.
Ο κ. Θ. Κουλουμπής είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών
0 μας είπαν την γνώμη τους, εσύ;:
Δημοσίευση σχολίου