Καλώς ήρθατε

Το σενάριο των διπλών εκλογών

Μέχρι τις προηγούμενες γενικές εκλογές κυριαρχούσε η αντίληψη ότι ποτέ ένα από τα δύο κόμματα του δικομματισμού δεν προκηρύσσει εκλογές εάν γνωρίζει βάσιμα ότι θα τις χάσει. Ο γράφων εξηγούσε τότε ότι το δόγμα αυτό υποχωρεί σε περιόδους κρίσεως ή επικείμενης κρίσεως και κατέληγε ότι ο Καραμανλής θα προκήρυσσε εκλογές στον χρόνο που πράγματι τις προκήρυξε.

Ο κ. Καραμανλής ήταν απολύτως ενήμερος ότι οδεύουμε σε έντονη δημοσιονομική κρίση και σε δραματικές πιέσεις για την διευθέτηση των λεγόμενων εθνικών μας θεμάτων. Παρότι προσπαθούσε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις συγχέοντας το ελληνικό διαρθρωτικό πρόβλημα με την διεθνή οικονομική κρίση, γνώριζε ότι δεν είχε πλέον καμία απολύτως ευκαιρία να ξεγλιστρήσει από τις διεθνείς πιέσεις που είχαν στοχοποιήσει την χώρα. Οδήγησε, λοιπόν, σε πρόωρες εκλογές «χύμα» και δίχως πρόγραμμα, απλώς για να μην βρεθεί ο ίδιος στην δίνη της κρίσης. Συνεπώς πρόωρες εκλογές διεξάγονται και στην περίπτωση που η ηγεσία ενός από τα δύο κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία, αισθανθεί ότι δεν μπορεί να επωμιστεί το πολιτικό κόστος επιλογών που θίγουν σοβαρά το πλαίσιο πολιτικής νομιμοποίησής της.

Ενώπιον ενός παρόμοιου, αλλά... εντελώς διαφορετικού ποιοτικά προβλήματος, βρισκόμαστε σήμερα. Ο Γιώργος Παπανδρέου θα καταφύγει σε διπλές εκλογές το φθινόπωρο, όχι ασφαλώς για να αποφύγει την κρίση, οργανικό μέρος της οποίας είναι πλέον και ο ίδιος, αλλά για να μην συνδεθεί με τα αποτελέσματα των πρόσφατων επιλογών του σε ότι αφορά στην διαχείριση αυτής της κρίσης. Μέχρι στιγμής η κυβέρνηση διαμόρφωσε το πολιτικό, επικοινωνιακό και θεσμικό πλαίσιο εντός του οποίου η χώρα αποκτά συγκεκριμένη θέση απέναντι στους δανειστές μας και την ΕΕ.

Από το φθινόπωρο η θέση αυτή θα επιφέρει αποτελέσματα τα οποία με ιδιαίτερα οδυνηρό τρόπο θα βιώνονται από την ελληνική κοινωνία. Τα αποτελέσματα αυτά και όχι οι επιλογές θα είναι εκείνα που θα διέλυαν το ΠΑΣΟΚ ως πολιτικό οργανισμό. Ο κίνδυνος για το κόμμα αυτό είναι ακόμη μεγαλύτερος καθώς προ των πυλών βρίσκεται η αναδιάρθρωση του χρέους, εξαιτίας πλέον πιέσεων από τους δανειστές μας, όπως και ανελαστικές πιέσεις για την διευθέτηση του σκοπιανού και των ζητημάτων κυριαρχίας και εκμετάλλευσης στο Αιγαίο.

Ο Γιώργος Παπανδρέου έχει πλέον καταναλώσει μέσα σε οκτώ μήνες ολόκληρο το πολιτικό του κεφάλαιο. Και αυτό δεν αφορά σε ολόκληρο το εκλογικό σώμα, αλλά αποκλειστικά στο ΠΑΣΟΚ. Το κόμμα του δεν έχει πλέον κανένα περιθώριο υποχωρήσεων σε τίποτε άλλο. Διαπίστωσε μάλιστα ότι οι τελευταίες απόπειρες για να εμφανισθεί η διάλυση του υφιστάμενου κοινωνικού μοντέλου ως εθνική ανάγκη, εξόργισαν μάλλον, αντί να εξευμενίσουν τα ευρύτερα στρώματα των μικροαστών που αποτελούν την βάση του πελατειακού μηχανισμού του κόμματος.

Το χειρότερο ήταν ότι η κυβέρνηση και ο προπαγανδιστικός μηχανισμός της στην προσπάθειά τους να μπαλώσουν την «παράδοσή» τους στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, αναλώθηκαν σε εθνικιστικές κορώνες, υιοθετώντας την διαλεκτική του Καρατζαφέρη. Αυτό αποτέλεσε επικοινωνιακά ένα τραγικό σφάλμα και οδήγησε αναπόδραστα στην αναπαραγωγή μοιρολατρικού λόγου με θυμικά ξεσπάσματα, άκρατη κινδυνολογία και … υπερβατικές παρηγοριές προς τα κοινωνικά στρώματα που καλούνται να υποβαθμίσουν το επίπεδο ζωής τους, δίχως να έχουν καμία συμμετοχή στην παραγωγή της κρίσης. Σήμερα η δραματική υποχώρηση της υποστήριξης προς την κυβέρνηση από τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ είναι εμφανής, αν και όχι ακόμη καταγεγραμμένη με ορθό επιστημονικά τρόπο από τις δημοσκοπήσεις. Βλέπετε, οι «συνάδελφοί» μου δεν πληρώνονται από ευαγή ιδρύματα, αλλά από φορείς της διαπλοκής!
Δείξτε κατανόηση!

Ο Χάρης Καστανίδης έχει δίκιο ως προς τον κίνδυνο η απώλεια πολιτικής νομιμοποίησης προς την κυβέρνηση να οδηγήσει, όχι απλώς σε διάσπαση του ΠΑΣΟΚ, αλλά σε διάλυση του μεταπολιτευτικού φορέα της κεντροαριστεράς. Εκεί πάει η υπόθεση και δυστυχώς για τον Γιώργο Παπανδρέου, δεν υπάρχουν χρονικά περιθώρια, όπως δεν υπήρχαν χρονικά περιθώρια για τον Καραμανλή. Το ζήτημα σήμερα είναι εντός του θέρους να έχουν διαμορφωθεί οι φορείς που θα διεκδικήσουν παρουσία στη νέα βουλή. Ούτως ή άλλως, δίχως κάποιας μορφής κυβερνητικού συνασπισμού, η χώρα θα είναι αδύνατον να κυβερνηθεί από τον Νοέμβριο. Κανένα κόμμα δεν μπορεί να αντέξει τις πιέσεις από τους δανειστές μας και την ΕΕ και κανείς δεν μπορεί από μόνος του να επαναδιαπραγματευθεί τους όρους εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους. Κανένα κόμμα δεν θα μπορούσε να κυβερνήσει ερχόμενο αντιμέτωπο με νοικοκυριά υπό πτώχευση και επιχειρήσεις σε απόλυτη αδυναμία οικονομική και στρατηγική.

Άρα όσο πιο γρήγορα έρθουν σε συνεννόηση παράγοντες του πολιτικού συστήματος και ασφαλώς εξωκοινοβουλευτικοί παράγοντες, ενόψει της συγκρότησης μετεκλογικά μιας κυβέρνησης «εθνικής ανάγκης», τόσο το καλύτερο γι’ αυτούς και τόσο το χειρότερο για όσους θα έβλεπαν ως προοπτική μία κυβέρνηση «αντικαθεστωτικού μετώπου», η οποία αντί για την σταθεροποίηση του καθεστώτος, θα αποσκοπούσε στην δημιουργία ενός ακηδεμόνευτου πολιτικού συστήματος, που θα πολιτευόταν με άξονα τις προγραμματικές συγκλήσεις για την συγκρότηση ενός νέου κοινωνικού μοντέλου με σαφείς αναπτυξιακές ορίζουσες. Σε κάθε περίπτωση μετά τον Νοέμβριο ότι και να κατασκευασθεί πολιτικά, θα έχει υβριδική μορφή σε σχέση, όχι μόνον με την πολιτική ιστορία της χώρας, αλλά και με τα σημερινά δεδομένα στην ΕΕ. Το πολιτικό μας σύστημα άργησε πολύ να εκσυγχρονισθεί και τώρα και σ’ αυτό το επίπεδο οι μεταβολές θα είναι αιφνίδιες, βίαιες και σε ορισμένες περιπτώσεις … αδελφοκτόνες.
του Δημήτρη Γιαννακόπουλου στο Ακτιβιστής

0 μας είπαν την γνώμη τους, εσύ;:

Related Posts with Thumbnails