Καλώς ήρθατε

Περαστικά μας, βρε!

Η μισή Ελλάδα είναι άρρωστη. Η άλλη μισή είναι έντρομη να μην την κολλήσει η πρώτη μισή. Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, αυτό πια δεν είναι επιδημία: αυτό είναι έθιμο! Σαν το τσούγκρισμα των αυγών ή το πέταγμα του αετού. Ήμασταν κράτος γερόντων, πλάκωσε και η ίωση, αποδεκατιστήκαμε ως έθνος. Παίρνεις τηλέφωνο τη μάνα σου, τον κολλητό σου, τον άνθρωπό σου, σου λένε «εμπρός» κι απαντάς «συγγνώμη, λάθος νούμερο». Οι φωνές τους αγνώριστες. Βραχνές, μπάσες, υπόκωφες, ενίοτε αισθησιακές. Νομίζεις ότι πήρες το 090 και θα σου πει η άλλη «τι θες να σου κάνω, μωρό μου». Κι επειδή δεν θες να σου κάνει απολύτως τίποτα, της το βροντάς στη μούρη. Στη μάνα που σε γέννησε αυτό τώρα! Άλλοι πάλι τους βγαίνει μια μπασαδούρα, ένα τάρταρο, ένα στυλ «όλοι οι ρεμπέτες του ντουνιά». Κι άλλοι κάνουν και σαν ηχώ, σαν να βρίσκονται στα σπήλαια του Δυρού.

Κι επειδή η... συγκεκριμένη επιδημία διαθέτει και μια άλφα ιδεολογική συνέπεια, όλοι τα ίδια συμπτώματα έχουμε. Δεν υπάρχει μια ποικιλία, βρε αδελφέ, μια εναλλαγή χρωμάτων και τοπίων, ένα βουνό- θάλασσα ν΄ ανοίξει το μάτι σου. Και μόνο που τα ακούς τα συμπτώματα, σκυλοβαριέσαι. Εδώ γιατρό παίρνεις τηλέφωνο και δεν σ΄ αφήνει να ολοκληρώσεις τη φράση σου:

- Γιατρέ μου, καλησπέρα...

- Άσε, το ΄χω, το ΄χω! Κομάρες, ατονίες, ζαλάδες, ίλιγγοι, πόνοι στα κόκαλα, καταρροή, βήχας, τάση για έμετο...

Σαν πρωινό κομπλέ κοντινένταλ!

ΟΛΟΙ ΑΡΡΩΣΤΟΙ. Οι μόνοι που δεν δικαιούνται να αρρωστήσουν είναι τα παιδιά. Έτσι και σου ταβλιαστεί το βλαστάρι σου, πρώτα πρέπει να πάρεις χαρτί και μολύβι και να υπολογίσεις τις ωριαίες απουσίες που ήδη έκανε (άρα πόσες έχει περιθώριο ακόμα) και μετά να αποφασίσεις αν σε παίρνει να μείνει στο κρεβάτι όπως όλοι οι νορμάλ άρρωστοι.

Μου έλεγε ο γιος μου η τάξη του έχει μετατραπεί σε ορχήστρα εγχόρδων, αλλά σε εναλλακτική μορφή. Με το ένα, με το δύο, με το τρία, όοοοολοι μαζί τώρα συγχορδία:

άλλοι βήχουν, άλλοι φυσάνε μύτες, άλλοι βογκάνε, άλλοι αναστενάζουν, άλλοι φτύνουν. Τύφλα να ΄χει ο Αλμπινόνι!

Κι έρχονται μετά και σου λένε «δεν έγραψα καλά». Πώς να γράψεις καλά, χαρά μου; Που σέρνεσαι ερείπιο στην τάξη σού δίνουν τις ερωτήσεις της Φυσικής και γράφεις τις απαντήσεις των Αρχαίων. Που σημαίνει ότι Αρχαία έσκισες...Ασχέτως που το διαγώνισμα ήταν της Φυσικής.

Εμείς- διατί να το κρύψωμεν άλλωστε;- είμαστε μια πολύ αγαπημένη οικογένεια. Αγαπημένη, δεμένη, μια γροθιά. Γι΄ αυτό και κολλάμε ο ένας τον άλλον. Ανυπερθέτως αυτό. Δεν υπάρχει περίπτωση να αρρωστήσει ο ένας και να μην πάρει καροτσάδα όλα τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.

ΦΕΤΟΣ ΕΣΥΡΑ εγώ τον καλαματιανό. Δεν υπήρξε σύμπτωμα που να μην το έχω. Ακόμα και κάτι ξεχασμένα, κάτι χαμένα στα βάθη του αιώνα. (Γενικά, έχω παρατηρήσει ότι οι ξανθές είναι πιο επιρρεπείς στις ιώσεις απ΄ όλες τις υπόλοιπες φυλές!) Έγινε η κρεβατοκάμαρα η χαρά του διανυκτερεύοντος.

Στοίβα τα φάρμακα. Κι άντε να βγάλεις και τα κολλυβογράμματα του γιατρού πάνω στη συνταγή.

Άπαξ της ημέρας, δις και τρις της ημέρας, ανά δωδεκάωρο, προ του φαγητού, μετά του φαγητού, αντραλιάστηκα η ξανθιά. Ούτε ήξερα πια τι χαπακωνόμουνα. Στο τσακ το πρόλαβα να μη βάλω το κολλύριο των ματιών στη μύτη και το ρινικό σπρέι στο μάτι.

Μετά- σαν καλή και στοργική κόρη- κόλλησα τη μαμά μου. Η οποία ήρθε να με περιποιηθεί και την περιποιήθηκα εγώ δεόντως. Η δε μαμά μου τρέφει ένα αβυσσαλέο μίσος για τα φάρμακα. Ασπιρινούλα να της δώσεις, θα διαβάσει πρώτα όοοολες τις παρενέργειες με τέτοια κατάνυξη σαν να διαβάζει Ντοστογιέφσκι.

ΑΝΤΕ ΤΩΡΑ να τολμήσει γιατρός να της πει ότι πρέπει να πάρει αντιβίωση. Η αντιβίωση για τη Σύλβα είναι μισό σκαλί κάτω από την ηρωίνη. Πρέπει να γίνει στο σπίτι μας η σφαγή της Χίου μέχρι να πειστεί. Για πόσες μέρες; Για όσες λέει ο γιατρός ή για όσες θέλει η μαμά μου; Που είναι έξτρα λαρτζ και κάνει πάντα καλύτερες τιμές. Μία εβδομάδα θα της πουν; Πέντε μέρες θα αποφασίσει εκείνη.

Και μετά κόλλησε και ο γιος μου. Που σημαίνει βάλαμε τις απουσίες κάτω κι ανακαλύψαμε ότι δεν βγαίνει το μαγαζί! Που σημαίνει που σερνόταν το παιδί μου άρρωστο κι εμένα η ψυχή μου γινόταν κόμπος. Που σημαίνει... άκυρο: αλλάζω θέμα γιατί θα τα πάρω άγρια, στο τσακ είμαι και δε λέει!

Άσχετο: Έχετε παρατηρήσει πως τα φάρμακα πάντα τα χρειαζόμαστε όταν τα φαρμακεία είναι κλειστά; Σαββατόβραδο κατά προτίμηση; Τρέχουμε σαν κολασμένοι από το ένα στο άλλο! Κα κολλάμε τη μούρη μας στο χαρτάκι της πόρτας που γράφει τα διανυκτερεύοντα! Πλανιόμαστε οι απόκληροι της κοινωνίας σε κάτι κουφούς δρόμους, στη μέση του πουθενά, νύχτα, πίσσα, σκοτάδι και να μη βρίσκεις κι έναν χριστιανό να ρωτήσεις πού διάολο ρημαδοπέφτει το διανυκτερεύον!

ΚΙ ΟΤΑΝ το βρεις μετά από χρόνια και καιρούς (πάλι δικά μας θα ΄ναι) στήνεσαι στην ουρά, 39ος. Σαν πυρετός! Μπροστά σου άλλοι 38 αλαλιασμένοι, με παντόφλα, ρόμπα και το μπουφάν από πάνω να βρίζουν τη γυναίκα τους στο κινητό που τους λέει «μια που είσαι εκεί πάρε κι ένα στοματικό διάλυμα γιατί μας τελείωσε!». Κι όταν φτάνει επιτέλους η σειρά σου- surprise, surprise: Το φάρμακο έχει έλλειψη καθότι πλάκωσε μεγάλη ζήτηση αυτές τις μέρες.

Χάλια, χάλια, χάλια! Και τώρα ακόμα εγώ τουλάχιστον δεν έχω συνέλθει! Πάω να βάλω ρινικό σπρέι στη μύτη μου!
Της ΕΛΕΝΑΣ ΑΚΡΙΤΑ στα ΝΕΑ

0 μας είπαν την γνώμη τους, εσύ;:

Related Posts with Thumbnails