Καλώς ήρθατε
Φαινόμενα
Η φτώχεια μετατρέπεται σε καταναλωτική έννοια από την τηλεόραση της συγκίνησης και αντί για ταξική, διαμορφώνει θυματική συνείδηση
Από τη μια ο δημοσιογράφος με τη λαμπρή τηλεοπτική καριέρα λόγω «επαναστατικής» αντίστασης σε κάθε κανόνα δεοντολογίας και ως εκ τούτου, ομοίως «επαναστατικής» χρήσης κρυφών καμερών και παντός είδους υποκλοπών. Ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος είναι καλεσμένος στο δελτίο ειδήσεων του Νίκου Χατζηνικολάου. Στο κανάλι όπου έχει εκπομπές. Από την άλλη η υπουργός Εξωτερικών της χώρας κ. Ντόρα Μπακογάννη. Καλείται να σχολιάσει την τραγική με όρους τόσο ανθρώπινους όσο και πολιτικούς υπόθεση της τρομοκρατικής επίθεσης εναντίον αστυνομικών στα Εξάρχεια, που κατέληξε στον σοβαρότατο τραυματισμό ενός εξ αυτών. Δεν προλαβαίνει και παρεμβαίνει ο δημοσιογράφος με το χαρακτηριστικό (προσωπική πατέντα) δημοσιογραφικό στυλ της καταγγελτικής αγόρευσης, όπου δηλώνει με ανενδοίαστο και γι΄ αυτό τρομακτικό, απλουστευτικό λαϊκισμό ότι «εσείς τα δύο μεγάλα κόμματα Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ ευθύνεστε που οδηγήσατε τη χώρα στην οικονομική ανέχεια....»- σαρωτικό επιχείρημα που εμμέσως πλην σαφώς αθωώνει κάθε παράβαση, μέχρι και του κοινού ποινικού. Αντεπιτίθεται η υπουργός λέγοντας ότι δεν δέχεται ένα τέτοιο χαμηλό επίπεδο συζήτησης και μάλιστα από έναν δημοσιογράφο που πήρε συνέντευξη από τον δολοφόνο του συζύγου της και τον ρωτούσε τη γνώμη του για την κατάσταση της χώρας.
Οι τόνοι εξαιρετικά υψηλοί. Η υπουργός... υπεραμυνόταν του πολιτικού συστήματος και της ωριμότητας της δημοκρατίας με το επιχείρημα της «ευνομούμενης χώρας», περνώντας γρήγορα στην ειρωνεία. «Ελάτε τώρα που γίνατε και επαναστάτης κ. Τριανταφυλλόπουλε, γνωριζόμαστε σε αυτή τη χώρα όλοι», λέει με νόημα που δεν το ολοκληρώνει. Αντεπιτίθεται στο ίδιο ύφος και ο δημοσιογράφος «κι εσείς είστε μια Μητσοτάκη, και όλοι ξέρουμε την οικογένεια Μητσοτάκη» απαντά με σαφή υπονοούμενα, δίνοντας στον καβγά μια ωραία ριαλιτζίδικη ατμόσφαιρα. «Βεβαίως και είναι γνωστή η οικογένεια Μητσοτάκη» απαντά η υπουργός και παρεμβαίνει ο Νίκος Χατζηνικολάου για να φωνάξει στον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο ότι η κ. Μπακογάννη είναι η καλεσμένη και όχι αυτός και να του υπενθυμίσει πως είχε υποσχεθεί ότι θα της κάνει ερωτήσεις και δεν θα δίνει αυτός συνέντευξη- χα, το καλύτερο είναι όταν κάνουν ότι δεν γνωρίζει ο εις το τηλεοπτικό ποιόν του άλλου.
Το αποτέλεσμα πάντως ήταν σε μια δύσκολη, άκρως ευαίσθητη στιγμή του τόπου, συγκινησιακά φορτισμένη, να αναδειχθεί από το τηλεπαραθυράτο τελετουργικό, για πολλοστή φορά φωτογενές και εφιαλτικό το ελάττωμα: η απόλυτη πολτοποίηση εννοιών και ρόλων σε μια αφυδατωμένη μιντιακή δημοκρατία, όπου τα τηλεοπτικά ήθη επιβάλλονται στην πολιτική ουσία.
Το θέαμα του καβγά χωρίς ουσία συμπλήρωνε ωστόσο το παζλ της τηλεοπτικής δημοκρατίας που ξεδιπλώθηκε στα δελτία των 8.00 με την τηλεπαραθυράτη ευσυγκινησία να βρίσκει νέο στόχο.
Άφησε τους 15χρονους και τη «δίκαιη οργή» τους και έπιασε τους «αστυνόμους των 700 ευρώ». Προς δόξαν της μαζικής τύφλωσης. Γιατί η πυκνή κουρτίνα της λαϊκής συγκίνησης για τα «θύματα του άγριου καπιταλισμού» και των οικονομικών αδιεξόδων, αστυνομικούς, μαθητές και τρομοκράτες (μέσα στον φωτογενή τηλεοπτικό λαϊκισμό ακόμη και αυτή η χριστιανικού τύπου μεγαθυμία απέναντι στα «παραστρατημένα παιδιά μας, τρομοκράτες» εκφράστηκε) αποκλείει τη θέα στην πολιτική ουσία, θολώνει τα επιχειρήματα, εξαφανίζει τα δημοκρατικά αυτονόητα. Στο όνομα μιας δημοκρατίας της συγκίνησης, όπου όλοι είναι εξ ίσου θύματα, καθιερώνεται ένα είδος «πίστωσης κακουργημάτων» (και λοιπών παρανομιών). Όλοι τόσο βασανισμένοι, που άντε, χαλάλι η παρεκτροπή!
Τηλεοπερέτες δραμάτων και θυμάτων
Η φτώχεια αφυδατώνεται ως έννοια οικονομική και πολιτική για να μετατραπεί σε καταναλωτική. Λες και μόλις την ανακάλυψαν οι τηλεοπερέτες των δραμάτων και των θυμάτων για να την αναδείξουν σε πανάκεια διά πάσα νόσο (κοινωνική και πολιτική). Σε αυτή τη νέα, θολή, πλην φωτογενή έννοια της φτώχειας αναθέτει ο τηλεοπτικός λαϊκισμός τον επικίνδυνο ισοπεδωτικό ρόλο της ομογενοποίησης της κοινωνίας. Όλοι φτωχοί, όλοι ίσοι, όλοι θύματα, άρα και δυνάμει θύτες (αφού η φτώχεια οδηγεί σε απόγνωση). Και όλα αυτά με την ανοχή μιας κοινωνίας, στην οποία η ενοχή διαμορφώνεται σε ιδεολογία από την τηλεόρασή της. Ως εκ τούτου τι νόημα έχει να συζητάμε για νομιμότητα, όταν αυτό που μας χρειάζεται ως φαίνεται είναι κανόνες στο εθνικό ριάλιτι, να ξέρουμε ποιος θα αποβάλλεται όχι ως παρανομών, αλλά ως αντιπαθητικός στο φιλοθεάμον πλήθος.
Της Πόπης Διαμαντάκου στα ΝΕΑ
0 μας είπαν την γνώμη τους, εσύ;:
Δημοσίευση σχολίου