Καλώς ήρθατε
Λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας
“τρομοκράτης ο [tromokrátis] θηλ. τρομοκράτισσα [tromokrátisa] : μέλος οργάνωσης που χρησιμοποιεί την τρομοκρατία ως μέσο δράσης. || άνθρωπος που, για να επιβληθεί στους άλλους, καταφεύγει σε απειλές και βιαιότητες.”
sapilablog
0 μας είπαν την γνώμη τους, εσύ;:
Δημοσίευση σχολίου