Καλώς ήρθατε

Ο φόνος και το ξέσπασμα – μια ερμηνεία


Ακόμα και για μια χώρα εθισμένη στην υπερβολή, η κοινωνική αναταραχή που προκάλεσε ο φόνος του εφήβου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από αστυνομικό, στα Εξάρχεια, ήταν πρωτοφανής. Πως εξηγείται; Δύο παράγοντες πρέπει να ληφθούν, κατ’ αρχήν, υπόψη: η δύναμη του τυχαίου γεγονότος και η ιστορική έλλειψη εμπιστοσύνης σε βασικούς κρατικούς θεσμούς, ιδιαίτερα την Αστυνομία.

Ο καθένας θα μπορούσε να είναι στη θέση του Αλέξανδρου. Ούτε ταραχές υπήρχαν στα Εξάρχεια εκείνες τις μέρες, ούτε ο μαθητής μετείχε σε βίαιες πράξεις κατά της Αστυνομίας. Τυχαία ήταν εκεί. Ο τυχαίος φόνος σοκάρει ιδιαίτερα γιατί μας καταλαμβάνει απροετοίμαστους - δεν διαθέτουμε έτοιμα σχήματα να τον ερμηνεύσουμε. Το γεγονός του τραγικού θανάτου, ιδιαίτερα όταν μεταδίδεται δραματοποιημένο από τα ΜΜΕ, δημιουργεί ένα κοινό για όλους σημείο αναφοράς, μας κάνει συμμέτοχους στην τρωτότητα της ύπαρξης, νοιώθουμε παρόμοια συναισθήματα.

Τι νοιώσαμε; Σοκ, απορία, οργή. Αυτά τα... συναισθήματα διακατείχαν πολλούς νέους, ιδιαίτερα όσους ξεχύθηκαν στους δρόμους των ελληνικών πόλεων το Σαββατόβραδο του φόνου, την Κυριακή και τη Δευτέρα, όταν το σοκ ήταν νωπό και οι διαμαρτυρίες αυθόρμητες. Οι νέοι που συμμετείχαν σε εκείνες τις εκδηλώσεις εξέφρασαν πένθος, θυμό, ακόμη και μίσος. Εναντίον τίνος; Κατά της Αστυνομίας και εναντίον αυτών που συμβολίζει η Αστυνομία - τη δημόσια τάξη, την κρατική εξουσία, και, συνεκδοχικά, την κοινωνική οργάνωση που υπηρετεί η κρατική εξουσία. Το χρόνιο ελλαδικό έλλειμμα εμπιστοσύνης στο κράτος και τους θεσμούς εμφανίστηκε, σε πλήρη ανάπτυξη, ξανά.

Τα συνθήματα στους τοίχους της Αθήνας ήταν αποκαλυπτικά: «Αυτές οι μέρες είναι του Αλέξη»• «6/12/08 - Αυτή η ημερομηνία θα γραφεί με αίμα μπάτσων»• «Αλέξη μη φοβάσαι, είμαστε μαζί σου. Αυτό το κωλοκράτος θα πέσει προς τιμή σου». Μια μαθήτρια της Γ’ Λυκείου ομολόγησε: «Πέθανε σας λέω – εκδίκηση. […] Σπάστε τα όλα. Σπάστε, σπάστε να γίνει η Αθήνα μαύρη σ’ ένα βράδυ. Να μην υπάρχει τίποτα αύριο. Να ξεκινήσουν όλα από το μηδέν» («Ελευθεροτυπία», 9/12/2008). Ένα τέτοιο «κωλοκράτος» δεν μπορεί παρά να εδράζεται σε μια σάπια κοινωνική οργάνωση: «Η δημοκρατία σας βρωμάει δακρυγόνο», «Να καεί, να καεί το μπου…λο η Βουλή», «Τα πλούτη τους είναι το αίμα μας».

Αυτή η μηδενιστική στάση, υποβοηθούμενη από την εύκολη προσφυγή σε βίαιες μορφές διαμαρτυρίας που, τουλάχιστον μετά τη Μεταπολίτευση, χαρακτηρίζει τις αντιδράσεις κοινωνικών ομάδων στην Ελλάδα, οδήγησε σε επιθέσεις κατά Αστυνομικών Τμημάτων, δημοσίων κτιρίων και «αντιπαθών», στην παρούσα συγκυρία, εταιριών όπως οι τράπεζες. Σε ένα τέτοιο κλίμα, οι ομάδες των εκ συστήματος καταστροφολάγνων ολοκλήρωσαν τον κύκλο της βίας με πυρπολήσεις και λεηλασίες ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας.

Τι εξηγεί τη μηδενιστική έκρηξη; Προσέξτε τα συνθήματα των διαδηλωτών και τα γκράφιτι στους τοίχους. Χαρακτηρίζονται από «έμμεση διαλογικότητα» (Μ. Μπαχτίν) – ο λόγος τους αρθρώνεται σε συνάφεια με τον περιβάλλοντα λόγο. Οι αστυνομικοί είναι «μπάτσοι», το κράτος είναι «κωλοκράτος», η δημοκρατία «βρωμάει», η Βουλή είναι «μπου…λο», οι επιχειρήσεις μας ρουφάνε το «αίμα». Η έλλειψη εκτίμησης σε θεσμούς είναι διάχυτη. Σας θυμίζει κάτι αυτός ο λόγος; Έτσι, λίγο-πολύ, ίσως πιο κόσμια (αν και δεν είμαι σίγουρος…), δεν μιλάμε οι περισσότεροι στην καθημερινότητά μας; Έτσι δεν αισθανόμαστε για τους θεσμούς της χώρας; Οι νέοι επιστρέφουν με οργίλο ύφος και απροσχημάτιστη ευθύτητα τον τύπο λόγου στον οποίο είναι εκτεθειμένοι στον κόσμο των μεγάλων.

Εμείς οι μεγάλοι γιατί μιλάμε τόσο απαξιωτικά για τη χώρα; Γιατί έτσι, κυρίως, νοιώθουμε. Διότι ζούμε σε μια ευρωπαϊκή χώρα με σχεδόν τρικοκοσμικό δημόσιο βίο: μια χώρα που παράγει συστηματικά χαμηλή ποιότητα ζωής, αναξιοπρέπεια, ευνοιοκρατία, σκάνδαλα, και διαφθορά. Πώς να αισθανθείς στη χώρα του Μαγγίνα και του Κεφαλογιάννη, του Βουλγαράκη και του Εφραιμ, του Τσουκάτου, της «Μίζενς» και της «Μιζοκόμ»; Τι να νοιώσεις όταν βλέπεις γενικευμένη αυθαιρεσία, απίστευτη ατιμωρησία, διαβρωτικό κομματισμό, κι ένα ανυπόληπτο κράτος; Τι αυτο-εκτίμηση να έχεις όταν μετέχεις κι εσύ, λίγο ως πολύ, είτε με την αδιαφορία σου, είτε, συνηθέστερα, με τα «φακελάκια», τις «μίζες», τις μικρές παρανομίες και τα ποικίλα «μέσα» που μετέρχεσαι, στην αθλιότητα που σε περιβάλλει;

Τα περισσότερα προβλήματα, βέβαια, δεν είναι καινούρια αλλά επιτείνουν χρόνια προβλήματα, τα οποία το πολιτικό σύστημα αποδεδειγμένα δεν θέλει να αντιμετωπίσει. Το καινούριο είναι ότι, τα τελευταία τρία χρόνια, η συσσώρευση των προβλημάτων, ιδιαίτερα στον απόηχο των εκκλήσεων για «σεμνή και ταπεινή» διακυβέρνηση, μεγάλωσε την απογοήτευση και παρόξυνε τις αντιδράσεις. Η δυσάρεστη ατμόσφαιρα διαποτίζει το λόγο των νέων μέσα από τον κυρίαρχο λόγο των μεγάλων – τις εφημερίδες, τα ΜΜΕ, τις συζητήσεις στην οικογένεια, τις κουβέντες στο πόδι. Κυριαρχεί η απαξίωση, η αηδία, η κατήφεια, η ιδιώτευση, και η μοιρολατρία.

Και οι «διεκδικήσεις» των νέων; Οι αυθόρμητες διαμαρτυρίες των τριών πρώτων ημερών δεν περιείχαν διεκδικήσεις, μόνο θυμό και οργή για «το κράτος που δολοφονεί». Οι «διεκδικήσεις» προέκυψαν εκ των υστέρων, με την ερμηνεία ή οικειοποίηση του αυθόρμητου νεανικού λόγου από κόμματα, οργανωμένους φορείς, τα ΜΜΕ, ηγετικές προσωπικότητες και αναλυτές. Η γενικευμένη «αντίσταση» (και τα συνοδευτικά «αιτήματα») λ.χ. προβλήθηκε αναδρομικά, σε μια προσπάθεια να εκλογικευτεί η αυθόρμητη διαμαρτυρία. Προβάλλοντας πάνω του τα «αιτήματα» που «θα έπρεπε» να έχει, το ξέσπασμα μεταποιήθηκε σε «κίνημα». Η ειρωνεία είναι ότι εκείνα τα κόμματα και οι οργανωμένοι φορείς που με τις πράξεις τους ή τις παραλείψεις τους, έχουν συνεισφέρει στην κυρίαρχη σήμερα απαξίωση των θεσμών, σπεύδουν τώρα να εκλογικεύσουν τις αυθόρμητες διαμαρτυρίες εντάσσοντας τες στη δική τους αφήγηση – μια αφήγηση είτε συντηρητική-υποκριτική του τύπου ‘δείτε που πάει η κοινωνία’, είτε, επί το πλείστον, δήθεν προοδευτική-ιδεοληπτική, του τύπου ‘ο νεοφιλελευθερισμός καταστρέφει την κοινωνική συνοχή’.

Οι αυθόρμητες διαμαρτυρίες και ταραχές παρέχουν στην κοινωνία μια οθόνη στην οποία οι διαμορφωτές της κοινωνικής γνώμης εγγράφουν τις αξιακά και ιδεολογικά εδραιωμένες διαπιστώσεις τους για τις επιδιώξεις, τους φόβους και τα προβλήματα τοι κοινωνικού σώματος. Οι ώριμες κοινωνίες εκλογικεύουν τις αυθόρμητες διαμαρτυρίες και ταραχές θεωρώντας τες, συνήθως, ως έκφραση αποξένωσης μέρους της κοινωνίας με την κρατούσα τάξη πραγμάτων και προβαίνουν στη λήψη μέτρων, με πραγματικό και συμβολικό περιεχόμενο, επιδιώκοντας τη μακροχρόνια κοινωνική ισορροπία. Οι ανώριμες κοινωνίες αναλίσκονται σε κομματικές αντεγκλήσεις, εντυπωσιοθηρικές αντιπαραθέσεις, και μιντιακό θέαμα, αποφεύγοντας την έλλογη συζήτηση και επιδιώκοντας είτε να δραματοποιήσουν ιδιοτελώς τις ταραχές, είτε να σπρώξουν το πρόβλημα (την αποξένωση που φανερώνουν οι ταραχές) κάτω από το χαλί. Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία της εκλογίκευσης είναι μια «ανοιχτή» (open-ended) διαδικασία και συνιστά η ίδια ένα διακύβευμα.

Ο Αλέξανδρος ήθελε απλά να πιει ένα ποτό με τους φίλους του στα Εξάρχεια, τίποτα παραπάνω. Το τραγικό είναι ότι «χρειαζόμασταν» το θάνατό του για να φωνάξουμε δυνατά για όλα αυτά που χρόνια μας πνίγουν. Το δράμα της χώρας είναι η αυτο-καταστροφική μανία που συχνά την καταλαμβάνει: «χρειάζεται» αίμα αθώων, «εμφυλιοπολεμικό» κλίμα, και καταστροφές περιουσιών για να ταρακουνηθεί το σάπιο πολιτικό της σύστημα – αν ταρακουνηθεί…
Χαρίδημος Κ. Τσούκας από το έναρθρη κραυγή

0 μας είπαν την γνώμη τους, εσύ;:

Related Posts with Thumbnails